To κάπνισμα είναι ένα παγκόσμιο πρόβλημα υγείας. Παρά τις προφανείς αρνητικές συνέπειες του καπνίσματος, οι άνθρωποι το συνεχίζουν και επιμένουν στις συνήθειες του. Η έρευνα για την συμπεριφορά που παρακινεί τους καπνιστές, εξέτασε τη παρορμητικότητα και τη σχέση κινδύνου / ανταμοιβής διαπιστώνοντας ότι οι καπνιστές μπορεί να είναι πιο παρορμητικοί και να διατρέχουν περισσότερους κινδύνους. Επίσης δεν λαμβάνουν υπόψη τους τον κίνδυνο ακόμα κι αν είναι πλήρως ενήμεροι για τους κινδύνους που εμπλέκονται με το κάπνισμα.
Πρόσφατη έρευνα με θέμα τη συμπεριφορά των καπνιστών χρησιμοποιώντας ένα δείγμα 100 φοιτητών κολεγίου και άτομα που κάπνιζαν λιγότερο από 10 τσιγάρα την ημέρα, οι επιστήμονες διεξήγαγαν ένα πείραμα που μετρούσε την ανάληψη κινδύνων και τον αυτοέλεγχο. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι καπνιστές δεν ήταν διατεθειμένοι σταματήσουν τη κακή τους συνήθεια με σκοπό την ανταμοιβή τη καλή τους υγεία για ένα μακροπρόθεσμο διάστημα σε σχέση με τους μη καπνιστές. Αυτό ουσιαστικά σημαίνει ότι οι καπνιστές διακινδυνεύουν περισσότερο από τους μη καπνιστές, παίρνουν μεγαλύτερα ρίσκα διότι έχουν πολύ χαμηλό αυτο-έλεγχο. Αυτό είναι και το κυρίαρχο στοιχείο, το οποίο τους ωθεί στην καπνιστική συμπεριφορά.
Τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης μπορεί να ερμηνευθεί με τον ίδιο τρόπο καθώς οι καπνιστές (το μεγαλύτερο ποσοστό) στην έρευνα δεν ήταν διατεθειμένοι να φορέσουν ζώνη ασφαλείας στο αυτοκίνητο, να προστατεύσουν τον εαυτό τους από σεξουαλικά επικίνδυνες δραστηριότητες από τους μη καπνιστές, στοιχείο το οποίο δείχνει ακόμα περισσότερο ότι επιζητούν μια υψηλού κινδύνου-αίσθηση.
Οι μελετητές υποστηρίζουν ότι τρέχουσες προσπάθειες για να μειωθεί ο πειρασμός θα είναι πιο αποτελεσματικές στην ελαχιστοποίηση του καπνίσματος για μερικούς ανθρώπους, επειδή στοχεύουν και πρέπει να στοχεύουν στην ανάκτηση του αυτο-ελέγχου. Για παράδειγμα, η απαγόρευση του καπνίσματος σε εσωτερικούς και εξωτερικούς χώρους, σε ορισμένες πόλεις έχει γίνει πιο δύσκολη για τους καπνιστές, και έτσι πιο δύσκολα συμμετέχουν στις δραστηριότητες του καπνίσματος. Έρχονται πολύ λιγότερο σε θέση να ενδώσουν στον πειρασμό του καπνίσματος βλέποντας τους άλλους που δεν καπνίζουν και αντ ‘αυτού θα πρέπει να χρησιμοποιούν την υπομονή και σχεδιασμό. Αυτή η καθυστέρηση μπορεί συχνά να συμβάλει στην ενίσχυση του αυτο-ελέγχου και να οδηγήσει τους καπνιστές να επιλέξουν να μην καπνίσουν εκείνη τη στιγμή. Με αυτο τον τρόπο κέρδίζουν πολύτιμες “μάχες” στην προσπάθεια τους να ανακτήσουν τον χαμένο τους αυτοέλεγχο και φυσικά να τον διατηρήσουν.