Η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) είναι ίσως η πιο διαδεδομένη νευροσυμπεριφορική διαταραχή στην παιδική και εφηβική ηλικία. Τα καθοριστικά χαρακτηριστικά της ΔΕΠΥ είναι η απροσεξία (ή η έλλειψη προσοχής), η υπερκινητικότητα (ή η υπερδραστηριότητα) και η παρορμητικότητα. Το αποτέλεσμα είναι δυσπροσαρμοστικές συμπεριφορές που δεν συνάδουν με την ηλικία και το αναπτυξιακό επίπεδο. Μελέτες στη νευροψυχολογία, τη φαρμακολογία και τη νευροαπεικόνιση υποδεικνύουν πιθανή βλάβη στα συστήματα νευροδιαβιβαστών (ντοπαμίνη και νορεπινεφρίνη) στην παθοφυσιολογία της ΔΕΠΥ (Nigg 1999, Durston 2003, Seidman 2005).
Η διαταραχή στα άτομα αποτελείται από άτομα που παρουσιάζουν απρόσεκτες συμπεριφορές αλλά όχι υπερκινητικές/παρορμητικές συμπεριφορές, ενώ ο υπερκινητικός/παρορμητικός τύπος αποτελείται από τον αντίστροφο και τα άτομα με τον συνδυασμένο τύπο έχουν και τα δύο. Η διάγνωση DSM‐IV‐TR της ΔΕΠΥ απαιτεί η συμπεριφορά να διαρκεί τουλάχιστον έξι μήνες σε βαθμό δυσπροσαρμοστικό και ασυνεπές με το αναπτυξιακό επίπεδο. Επιπλέον, η συμπεριφορά θα πρέπει να υπάρχει σε δύο ή περισσότερα διαφορετικά περιβάλλοντα, καθώς η απροσεξία, η υπερκινητικότητα ή η παρορμητικότητα δεν είναι παθολογικά καθαυτά και μπορούν να προκληθούν από ένα απαιτητικό περιβάλλον.
Γενικά, η ΔΕΠΥ συνδέεται με χαμηλές εκπαιδευτικές επιδόσεις για τα παιδιά (Wilson 1996), οικογενειακά προβλήματα, προβλήματα σχέσεων με συνομηλίκους (Erhardt 1994· August 1998· Bagwell 2001) και αυξημένη αντικοινωνική και παραβατική δραστηριότητα (Satterfield 1994). Οι μακροπρόθεσμες δυσμενείς εκβάσεις περιλαμβάνουν αυξημένο κίνδυνο κατάχρησης ουσιών (Biederman 1998), μειωμένες επαγγελματικές ευκαιρίες (Barkley 2006) και αυξημένη εγκληματική δραστηριότητα (Satterfield 1997). Η ΔΕΠΥ παρουσιάζει συννοσηρότητα συχνά με άλλες διαταραχές όπως η αντιθετική προκλητική διαταραχή (ΑΔΔ), η διαταραχή διαγωγής (CD), η κατάθλιψη και το άγχος.
Η μουσική είναι ένα εγγενές μέρος της ανθρώπινης ύπαρξης όσον αφορά τις αποκρίσεις όπως ο παλμός, ο ρυθμός, η αναπνοή και η κίνηση, και όλο το φάσμα των συναισθημάτων. Αυτές οι συνδέσεις με τη μουσική μπορούν να παραμείνουν παρά την αναπηρία και την ασθένεια και έτσι οι μουσικοθεραπευτές και οι σύμβουλοι μπορούν να χρησιμοποιήσουν τη μουσική για να βοηθήσουν παιδιά (και ενήλικες) με ένα ευρύ φάσμα αναγκών που προκύπτουν από διάφορες αιτίες, όπως μαθησιακές δυσκολίες, ψυχικές και σωματικές ασθένειες, σωματική και σεξουαλική κακοποίηση , το άγχος και η επάρατη νόσος.
Οι συναισθηματικές, γνωστικές και αναπτυξιακές ανάγκες μπορούν να αντιμετωπιστούν μέσω διαδραστικών μουσικών εμπειριών (Hadley 2001). Η μουσικοθεραπεία είναι ένα είδος ψυχοθεραπείας. Ορίζεται ως «μια συστηματική διαδικασία παρέμβασης όπου ο θεραπευτής βοηθά τον πελάτη να προάγει την υγεία, χρησιμοποιώντας μουσικές εμπειρίες και τις σχέσεις που αναπτύσσονται μέσω αυτών ως δυναμικές αλλαγής» (Bruscia 1998).
Η χρήση της Μουσικοθεραπείας στην εστίαση της προσοχής
Οι κεντρικές μέθοδοι στη μουσικοθεραπεία περιλαμβάνουν τον ελεύθερο και δομημένο αυτοσχεδιασμό, την ακρόαση μουσικής, την αναδημιουργία μουσικής/παίζοντας μουσική που είχε συντεθεί προηγουμένως σε όργανα, το τραγούδι και το γράψιμο ή τον αυτοσχεδιασμό τραγουδιών και τη λεκτική συζήτηση αυτών των μουσικών εμπειριών (Baker 2005, Gold 2009).
Ο αυτοσχεδιασμός είναι ίσως “η πιο εξέχουσα μορφή μουσικής αλληλεπίδρασης στη μουσικοθεραπεία. Έχει περιγραφεί ως κεντρική σε πολλά μοντέλα μουσικοθεραπείας” (Gold 2009). Οι προσεγγίσεις μουσικοθεραπείας μπορούν να περιγραφούν με όρους τριών διακριτών πτυχών: εάν χρησιμοποιείται ο ενεργητικός ή δεκτικός τρόπος, το επίπεδο δομής και η εστίαση της θεραπευτικής προσοχής (Drieschner 2001). Η ενεργή λειτουργία περιλαμβάνει δραστηριότητες όπως δωρεάν αυτοσχεδιασμό ή αναπαραγωγή τραγουδιών ή αναπαραγωγή μουσικής σε όργανα και τραγούδι. Οι δεκτικές τεχνικές μπορεί να περιλαμβάνουν, για παράδειγμα, τη χρήση μουσικής για χαλάρωση ή ακρόαση ηχογραφημένης μουσικής που επιλέγεται είτε από θεραπευτή είτε από τον πελάτη. Το επίπεδο δόμησης αναφέρεται στο πόση κατεύθυνση δίνεται από τον μουσικοθεραπευτή. Ένα υψηλότερο επίπεδο μπορεί να περιλαμβάνει προεπιλογή δραστηριοτήτων από τον θεραπευτή, ενώ ένα χαμηλότερο επίπεδο θα περιλαμβάνει τις δραστηριότητες που διαπραγματεύονται με τον θεραπευόμενο στη συνεδρία. Το επίπεδο ποικίλλει μεταξύ των μοντέλων μουσικοθεραπείας και ανάλογα με τις ανάγκες του θεραπευόμενου. Η εστίαση της προσοχής μπορεί να είναι στις διαδικασίες που συμβαίνουν μέσα στην ίδια τη μουσική αλληλεπίδραση ή στη λεκτική αντανάκλαση των θεμάτων του πελάτη που προκύπτουν από τις μουσικές διαδικασίες.
Πώς μπορεί να λειτουργήσει η παρέμβαση μέσω της Μουσικοθεραπείας
Η μουσικοθεραπεία στοχεύει:
(α) στην πρόκληση απαντήσεων εγρήγορσης, χαλάρωσης, ικανοποίησης, αυτοπεποίθησης και ενθουσιασμού.
(β) δημιουργία μιας συνθήκης όπου ο θεραπευόμενος μπορεί να αποκαλύψει προβλήματα, συναισθήματα και σκέψεις.
(γ) βοήθεια στην αποκάλυψη ασυνείδητων στάσεων ή κρυμμένων αναμνήσεων και συναισθημάτων (Harper 1989).
Μια αξιοσημείωτη πτυχή της μουσικοθεραπείας είναι η ικανότητά της να ανταποκρίνεται σε ένα ευρύ φάσμα αναγκών σε ανθρώπους όλων των ηλικιών – σωματικές, ψυχικές, κοινωνικές, συναισθηματικές, πνευματικές – συχνά δουλεύοντας με πολλαπλές ανάγκες ταυτόχρονα. Η μουσικοθεραπεία μπορεί να μειώσει τη συχνότητα των δυσπροσαρμοστικών συμπεριφορών της ΔΕΠΥ και να μειώσει άλλες καταστάσεις ψυχικής υγείας που μιμούνται ή συνυπάρχουν με τη ΔΕΠΥ (για παράδειγμα, μαθησιακές διαταραχές, ODD, CD, κατάθλιψη, διαταραχή τικ, διαταραχή προσαρμογής) παρέχοντας στους ανθρώπους «μια ασφαλή, δομική και κοινωνικά αποδεκτή μορφή με την οποία μπορούν να εκφράσουν συναισθήματα που διαφορετικά θα ήταν πολύ συντριπτικά για να εκφράσουν».
Ένα πρόγραμμα μουσικοθεραπείας που προάγει την αυτονομία και τη δημιουργικότητα μπορεί να βοηθήσει τα παιδιά και τους εφήβους να αλληλεπιδράσουν πιο κατάλληλα με τους άλλους, αν και μπορεί επίσης να οδηγήσει σε μια προσωρινή ήπια αύξηση της διαταρακτικής συμπεριφοράς στην τάξη (Rickson 2003). Οι μουσικοθεραπευτές χρησιμοποιούν έναν αριθμό μεθόδων για να οδηγήσουν σε αποτελέσματα που γενικά θεωρούνται ευνοϊκά στη θεραπεία παιδιών με ΔΕΠΥ (Jackson 2003). Ο Rickson 2006 κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η μουσικοθεραπεία θα μπορούσε να συμβάλει στη μείωση μιας σειράς συμπτωμάτων ΔΕΠΥ στην τάξη και στη βελτίωση σε μια σειρά αναπτυξιακών τομέων.
Για να ενημερωθείτε για την Εφαρμογή της Μουσικοθεραπείας στην Ειδική Αγωγή (Για την Κλινική πράξη στο φάσμα του Αυτισμού, για ανάλυση τεχνικών σε παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες και ΔΕΠ-Υ και για συν-θεραπεία με ειδικούς εργοθεραπευτές & λογοθεραπευτές) μπορείτε να κάνετε κλικ εδώ:https://psychopedia.gr/ekpaideytiko-seminario-efarmogi-tis-moysikotherapeias-stin-eidiki-agogi/
Πηγή: Νational Library of Medicine