Της Αμάντας Μπικάκη, Ψυχολόγου BSc, MSc
Στην κοινή συνείδηση η παιδική ηλικία είναι κατά βάση συνδεδεμένη με στιγμές ανεμελιάς και απόλυτης ευχαρίστησης. Ωστόσο είναι πολύ πιθανόν κατά τη διάρκεια των παιδικών του χρόνων κάποιο παιδί να έρθει αντιμέτωπο με την απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου. Τότε οι γονείς, πέραν της διαχείρισης ων δικών τους συναισθημάτων, καλούνται να υποστηρίξουν τις ανάγκες του παιδιού τους αλλά και να δώσουν εξηγήσεις σε μία κατάσταση που είναι πρωτόγνωρη για αυτά.
Βασικό στοιχείο για τη διαχείριση μιας τέτοιας κατάστασης, είναι το αναπτυξιακό στάδιο στο οποίο βρίσκεται το παιδί, μιας κι από αυτό καθορίζεται σε σημαντικό βαθμό η ερμηνεία που αποδώσει το ίδιο. Για παράδειγμα, στις μικρές ηλικίες κι έως τα 4 έτη, το παιδί χαρακτηρίζεται από τρόπο σκέψης που θέτει το ίδιο στο επίκεντρο, ενώ ταυτόχρονα δεν έχει ακόμη σχηματίσει πλήρως διάφορες αφηρημένες έννοιες. Πολύ πιθανόν λοιπόν ένα παιδί αυτής της ηλικίας να αποδώσει στον εαυτό του ευθύνες για την απώλεια του αγαπημένου προσώπου, π.χ. «Δεν πήγα να δω τον παππού την Κυριακή και γι’ αυτό στεναχωρήθηκε και πήγε στο νοσοκομείο», καθώς και να δυσκολεύεται να κατανοήσει την έννοια της μονιμότητας στην απουσία. Στην προσπάθειά τους να κάνουν το αφηρημένο συγκεκριμένο, πιθανόν συχνά να επαναλαμβάνουν τις ίδιες απορίες, όπως «ο παππούς δηλαδή δεν θα ξανάρθει;». Η υπομονή και η στοργή είναι βασικές σταθερές που θα πρέπει να επιδείξουν οι γονείς. Από την ηλικία των 7 περίπου ετών και μετά, το παιδί αρχίζει να αντιλαμβάνεται την αιτιότητα ανάμεσα στα γεγονότα αλλά και την μη αναστρεψιμότητα αυτής της κατάστασης. Επίσης αρχίζει σιγά σιγά να συνειδητοποιεί ότι η έννοια του θανάτου χαρακτηρίζεται από καθολικότητα, ότι δηλαδή κάθε ζωντανός οργανισμός κάποια στιγμή πεθαίνει, αλλά και ότι συνοδεύεται από απουσία αισθήσεων. Με τον ερχομό της εφηβείας, γίνονται πλέον κατανοητές οι έννοιες που σχετίζονται με την απώλεια και το παιδί μπορεί να αντιληφθεί πλήρως την εικόνα ενός νεκρού οργανισμού, τη μονιμότητα αυτής της κατάστασης καθώς και τις αφηρημένες έννοιες που συνδέονται με την απώλεια. Ο έφηβος προσπαθεί να μάθει το γιατί, κι όχι το πώς ή το πότε, προσπαθώντας έτσι να αποδώσει ένα νόημα πίσω από το θάνατο.
Δείτε το Νέο Εκπαιδευτικό Σεμινάριο του Psychopedia.gr με θέμα: “Διαχείριση άγχους και επιθετικής συμπεριφοράς στην τάξη”. Πατήστε στην παρακάτω εικόνα για να ενημερωθείτε:
NΕΟ Εκπαιδευτικό Σεμινάριο: “Διαχείριση άγχους και επιθετικής συμπεριφοράς στην τάξη”
Όσον αφορά τη διαχείριση συναισθημάτων, για να βιώσει το παιδί ομαλά μία τέτοια κατάσταση, πρέπει να την αντιμετωπίσει ομαλά και ο ενήλικας. Αυτό σημαίνει έκφραση των σχετιζόμενων συναισθημάτων και σκέψεων με ειλικρίνεια. Η χρήση σαφών λέξεων όπως θάνατος ή πέθανε, βοηθούν το παιδί στο να κατανοήσει, ενώ είναι σημαντικό να αποφεύγονται φράσεις που θα χρειαστεί αργότερα ο γονιός να αναιρέσει, όπως ότι «η γιαγιά κοιμάται». Ακόμη και η χρήση ενός ειλικρινούς «δεν ξέρω» είναι προτιμότερη από τη δημιουργία μιας φανταστικής ιστορίας. Σε μικρά παιδιά, η οπτικοποίηση της αφηρημένης έννοιας μπορεί να τα βοηθήσει ακόμη περισσότερο στο να λυθούν κάποιες απορίες, έτσι φράσεις όπως «όταν πεθαίνουμε είμαστε σαν ένα κομμάτι ύφασμα, που μπορούμε να το ακουμπήσουμε κάπου αλλά αυτό ούτε ακούει, ούτε μιλάει, ούτε μπορεί να κουνηθεί», αποδεικνύονται ιδιαίτερα χρήσιμες. Είναι επίσης πολύ σημαντικό, να μην αποφεύγεται η αναφορά στο συγκεκριμένο θέμα, ιδίως όταν προκύπτει από το παιδί, αλλά και οι ίδιοι οι γονείς να μην αποφεύγουν να εκφράσουν τα στενάχωρα συναισθήματά τους μπροστά στο παιδί. Βασικό είναι να δοθεί το ελεύθερο στο παιδί να εκφράσει τη θλίψη του με το δικό του ρυθμό, αλλά μην αποκοπεί από το δυστυχές γεγονός, καθώς η θλίψη των γονέων θα είναι εμφανής και το παιδί θα βρεθεί σε σύγχυση αν δε γνωρίζει τι την έχει προκαλέσει. Μετά την ηλικία των 7 ετών, δε θεωρείται απαγορευτικό το παιδί να παρακολουθήσει τη νεκρώσιμη ακολουθία, μόνο όμως εάν το επιθυμεί. Εναλλακτικά μπορεί ο γονέας σε ύστερο χρόνο, να υιοθετήσει κάποια άλλη διαδικασία αποχαιρετισμού στο αγαπημένο πρόσωπο, όπως επίσκεψη μαζί με το παιδί στο μέρος ταφής.
Τέλος, είναι σημαντικό οι ίδιοι οι γονείς να βοηθήσουν το παιδί μέσω της στάσης τους να αντιληφθεί τη διττή υπόσταση της απώλειας. Από την μία προκαλεί θλίψη για την απουσία του αγαπημένου προσώπου, από την άλλη ως κομμάτι της φυσικής πορείας κάθε έμβιου οργανισμού, το γεγονός αυτό από μόνο του δεν μπορεί να εμποδίσει την εξέλιξη της καθημερινότητας, άρα και των θετικών στιγμών που μπορεί να προκύψουν. Είναι βασικό λοιπόν όποιο αίσθημα κι αν προκύψει, δυσάρεστο ή ευχάριστο, να βιωθεί και να εκφραστεί απενοχοποιημένα.
Σύντομο Βιογραφικό Αμάντας Μπικάκη
Γεννήθηκα στην Κύπρο και μεγάλωσα σε διάφορα μέλη της Ελλάδας. Αυτό μου έδωσε την ευκαιρία να συναναστραφώ από νωρίς με πολλούς ανθρώπους, διαφορετικής νοοτροπίας και κουλτούρας. Γεννήθηκε λοιπόν κάπως εμπειρικά μέσα η επιθυμία μου να γνωρίσω τον Άνθρωπο. Σπούδασα Ψυχολογία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο και ολοκλήρωσα τις μεταπτυχιακές μου σπουδές στο Leiden της Ολλανδίας, στον τομέα της Ψυχολογίας Παιδιών και Εφήβων. Εξειδικεύθηκα στη Γνωσιακή Συμπεριφορική Ψυχοθεραπεία Παιδιών , Εφήβων και Ενηλίκων, και εκπαιδεύθηκα στην θεραπευτική παρέμβαση ατόμων με αναπτυξιακές και μαθησιακές διαταραχές και την υποστήριξη των οικογενειών τους. Έχω πιστοποιηθεί στην υλοποίηση ομάδων εκπαίδευσης γονέων και ομάδων εφήβων. Συνεργάζομαι με φορείς που εξειδικεύονται στην ψυχική υγεία παιδιών και εφήβων, ενώ διατηρώ γραφείο συμβουλευτικής και ψυχοθεραπείας παιδιών, εφήβων και ενηλίκων στα Χανιά Κρήτης.