Της Φωτεινής Νούλα, απόφοιτης Ψυχολογίας ΑΠΘ,
Κάθε φορά που ακούγεται μία απόπειρα αυτοκτονίας, επιτυχής ή μη, αμέσως ο νους μας οδηγείται στην αιτιακή σύνδεση με τα προβλήματα ψυχικής υγείας. Είναι μία σύνδεση που έχει εγκατασταθεί στο μυαλό όλων των ανθρώπων, ειδικών και μη, λόγω της αναφοράς των ΜΜΕ στην πιθανή κατάθλιψη ή άλλη ψυχική διαταραχή που συνόδευε τον αδικοχαμένο αυτόχειρα σύμφωνα με τις αναφορές συγγενών και φίλων σχετικά με τη ζωή του. Αυτό προκαλεί την τάση να θεωρούμε ότι αυτά τα άτομα πρέπει να επικοινωνήσουν με τις υπηρεσίες υγείας, το οποίο, πραγματικά ισχύει στις περιπτώσεις έντονων ψυχικών προβλημάτων. Αλλά τι γίνεται αν το άτομο που είχε το «πρόβλημα» είναι ήδη νεκρό; Πώς ακριβώς μπορεί να επωφεληθεί από τις υπηρεσίες ψυχικής υγείας; Η σύνδεση αυτή βαραίνει κυρίως τους επιζώντες, οι οποίοι πέραν της απώλειας του δικού τους ανθρώπου, έχουν να αντιμετωπίσουν και τον στιγματισμό του συγγενή ενός «τρελού», ενός «προβληματικού».
Η σύνδεση της αυτοκτονίας με την ψυχική ασθένεια εμφανίζεται και σε επιστημονικά κείμενα και άρθρα, το οποίο δεν είναι ολοκληρωτικά λανθασμένο, αλλά η αυτοκτονία είναι μία πράξη που οφείλεται σε πολλούς παράγοντες, πέραν του ατόμου. Αν επιμείνουμε στην θεώρηση ότι οι αυτόχειρες είναι απλώς άτομα «διαταραγμένα» τότε θα καταλήξουμε να υιοθετούμε στρατηγικές όπως προτείνει το The New Zealand Medical Journal, που συνδέει την κατάθλιψη άμεσα με την αυτοκτονία για αυτό και προωθεί την χορήγηση αντικαταθλιπτικών ακόμα και σε νήπια.
Ο οργανισμός CDC (Centers for Disease Control& Prevention) αναφέρει ότι η αυτοκτονία δεν είναι πρόβλημα ψυχικής υγείας. Μπορεί να είναι συμπεριφορά που συνοδεύει κάποιες διαταραχές, αλλά δεν είναι αυτές η αιτία των αυτοκτονικών ιδεασμών ή της απόπειρας. Η εστίαση στο άτομο αποπλαισιώνει την πράξη και απομακρύνει το κράτος από τις ευθύνες του και τους ειδικούς ψυχικής υγείας από το σχεδιασμό καλύτερων στρατηγικών πρόληψης. Η αυτοκτονία μπορεί να οφείλεται σε διαπροσωπικά προβλήματα, σε προβλήματα υγείας, στις ψυχοπιεστικές συνθήκες εργασίας, στην απώλεια εργασίας, στην γενικότερη οικονομική κρίση. Επομένως, χρειάζεται να ενταχθεί σε ένα ευρύτερο κοινωνικο-οικονομικο-πολιτισμικό πλαίσιο, στο οποίο θα γίνει η πρόληψη.
Ισχυρό παράδειγμα συζήτησης περί πρόληψης, αφορούν οι αντιδράσεις που προκλήθηκαν στην Αμερική αλλά και σε πολλές χώρες του κόσμου, βάσει της σειράς του Netflix “13 Reasons Why”, και κυρίως του δεύτερου μέρος, στο οποίο φανερώνεται η εμπλοκή όχι μόνο του ατομού που μπορούσε να χαρακτηριστεί ως μία καταθλιπτική έφηβη, αλλά των γονέων κι ολόκληρου του σχολικού και δικαστικού συστήματος. Οι θεατές αυτής της σειράς οδηγήθηκαν εύκολα στην ανησυχία περί μιμητισμού αυτών των συμπεριφορών από τους εφήβους, πράγμα που αποδεικνύει την έντονη σύνδεση της πράξης της αυτοκτονίας μονάχα με το άτομο και τα δικά του προβλήματα.
Η απόφαση μπορεί να αφορά ένα άτομο, αλλά οι εναλλακτικές γύρω από αυτή δεν αφορούν μονάχα το άτομο, αλλά τον τρόπο δόμησης ενός συστήματος, το οποίο δεν φρόντισε για την ποιότητα ζωής του ατόμου και αύξησε τους παράγοντες κινδύνου. Κάθε φορά που σκέφτεστε ότι το άτομο που έβαλε τέλος στη ζωή του είχε ψυχολογικά προβλήματα, οδηγήστε στον φαύλο κύκλο της ατομικιστικής θεώρησης της παρέμβασης και της ιατρικοποίησης της αυτοκτονίας. Η καλύτερη θεραπεία στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι η πρόληψη, διότι εμφανίζεται ως τραγική ειρωνεία η έννοια της θεραπείας του ατόμου που ήδη έχει αυτοκτονήσει. Η στήριξη του σε περίπτωση αποτυχούς απόπειρας είναι αναγκαία, αλλά δεν επαρκεί στη μείωση του φαινομένου των αυτοκτονιών. Οι στρατηγικές πρόληψης αφορούν όλα τα συστήματα μίας κοινωνίας, κράτος, εργοδότες, σχολεία, υπηρεσίες υγείας, ΜΜΕ. Πάνω από όλα αφορούν όλους τους πολίτες προσωπικά, διότι όταν ασθενεί ένα μέρος, ασθενεί το σύνολο, ακόμα κι αν οι επιπλοκές αργούν να εμφανιστούν.
1018: 24ωρη γραμμή παρέμβασης για την αυτοκτονία
Πηγές:
https://www.cdc.gov/vitalsigns/suicide/